Ἀμερία

Ἀμερία
Ἀμερίᾱ , Ἀμερίας
masc nom/voc/acc dual
Ἀμερίᾱ , Ἀμερίας
masc voc sg (attic)
Ἀμερίᾱ , Ἀμερίας
masc gen sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αμερία — Αρχαία πόλη του Πόντου, στην περιοχή της Αμασείας. Ήταν φημισμένη για το ιερό του Μηνός Φαρνάκου, το οποίο ήταν αφιερωμένο στη Σελήνη …   Dictionary of Greek

  • Ἀμερίας — Ἀμερίᾱς , Ἀμερίας masc acc pl Ἀμερίᾱς , Ἀμερίας masc nom sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμερίαν — Ἀμερίᾱν , Ἀμερίας masc acc sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Древнемакедонский язык — Страны: Древняя Македония Вымер: к III ве …   Википедия

  • ημερία — ἡμερία, δωρ. τ. ἁμερία, ἡ (Α) η Ημέρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένο θηλ. του επιθ. ημέρ ιος (< ημέρα)] …   Dictionary of Greek

  • Αμέλιος — (3oς αι. μ.Χ.). Φιλόσοφος, μαθητής του Πλωτίνου. Ο ίδιος προτιμούσε να τον ονομάζουν Αμέριο, γιατί καταγόταν από την Αμερία της Τοσκάνης. Έγραψε πολλά έργα, από τα οποία σώθηκαν μόνο αποσπάσματα. Συνοπτικά, ο Α. ήταν πολυμαθής νεοπλατωνικός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”